Ο Ορχάν Βελί Κανίκ προσανατολίστηκε στο γλωσσικό περιβάλλον, ξεπερνώντας τη μεσοαστική καταγωγή του και γράφοντας στη γλώσσα των δρόμων. Η ποίησή του γέμισε με λαϊκές εκφράσεις στις οποίες οφείλεται εν μέρει το γεγονός πως διαβάζεται άνετα ακόμη και σήμερα. Οπωσδήποτε μια τέτοια τακτική δεν είναι χωρίς προδρόμους, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει ο ποιητής και σούφι Γιουνούς Εμρέ. Αλλά η ποιητική του σχέση με την παράδοση δεν εξαντλήθηκε στη γλωσσική τόλμη. Συνέχισε παίρνοντας μαθήματα από τη διαύγεια και τη μελωδικότητα, ιδίως των σούφι ποιητών. Όπως κι εκείνοι, αναζήτησε την αλήθεια του υπαρκτικού γεγονότος στην πηγή του, εκεί που δείχνει τα δόντια του, για να κρύψει την τρυφερή καρδιά του. Ο Βελί τραγούδησε τη ζωή σε όλο το σκοτεινό μεγαλείο της και ο αναγνώστης μπορεί να εκπλαγεί κάποτε, αναρωτώμενος πώς μπορούσε ένας άνθρωπος να αντέξει τόση σκληρότητα γυμνή και να την ντύσει με λόγια που όταν ξεπεράσει κανείς τον επιφανειακό μηδενισμό τους, σπαρταρούν από τρυφερότητα και θέληση για ζωή.