Σ' ένα σιωπηλό σπίτι, μακριά από τις επαύλεις των νεόπλουτων, μια πολύ γριά κυρία κι ένας νάνος που τη φροντίζει ζούνε στο μίσος και τη μοναξιά, σιωπώντας για τα μυστικά που μοιράζονται. Όπως κάθε καλοκαίρι, τα τρία εγγόνια της γριάς κυρίας, ένας απογοητευμένος αλκοολικός διανοούμενος, μια προοδευτική ιδεαλίστρια φοιτήτρια κι ένας αριβίστας μαθητής, πηγαίνουν να περάσουν μερικές μέρες στο σπίτι της. Στο διάστημα αυτό ξετυλίγονται το παρελθόν της ηλικιωμένης κυρίας, "βαρύ" από τις αναμνήσεις ενενήντα χρόνων κι η ιστορία του παππού, που νόμιζε ότι μπορούσε να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση. Οι συζητήσεις των εγγονών αντανακλούν το κοινωνικό χάος που επικρατεί στην Τουρκία στην περίοδο 1975-1980, όπου διάφορες εξτρεμιστικές οργανώσεις συναγωνίζονται ποια θα επικρατήσει.
Ένα μυθιστόρημα γοητευτικό και μελαγχολικό, κλασικό και μοντέρνο, όπου ο Ορχάν Παμούκ βρίσκει αφορμή να μιλήσει με το δικό του τρόπο, ποιητικά και ρεαλιστικά μαζί, για τ' αγαπημένα του θέματα -την πατρίδα του και τον κόσμο, τις φιλοδοξίες και τις αυταπάτες των ανθρώπων, τα πανανθρώπινα όνειρα.