Τι να λησμονήσω, τι να θυμηθώ, ήταν μια φορά και έναν καιρό, έλεγαν οι στίχοι στο παλιό εκείνο νοσταλγικό τραγούδι. Ήταν πράγματι πιο όμορφα όσα πέρασαν και έφυγαν; Μήπως μας φαίνονται έτσι επειδή είναι συνδεδεμένα με τα νιάτα μας, με τη ζωή μας που γλίστρησε μέσα από τα χέρια μας χωρίς να το καταλάβουμε; Σίγουρα ήταν μια φορά και έναν καιρό, μια και δεύτερη φορά δεν υπάρχει ούτε και δεύτερος καιρός. Ο μοναδικός καιρός που έχουμε είναι λίγος και τελειώνει γρήγορα. Η ζωή είναι θνητή και ο θάνατος αθάνατος.
Μπορεί το μυθιστόρημά μου αυτό να είναι σε σημαντικό βαθμό αυτοβιογραφικό, να περιγράφω κυρίως όσα έζησα, αλλά σίγουρα στο μεγαλύτερο του μέρος είναι ιστόρημα και σε ένα πολύ μικρότερο μύθος. Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι έγραψα όλη την αλήθεια (αλήθεια το αντίθετο της λήθης), ίσως όμως σε ορισμένες περιγραφές να μπήκε μπροστά και η φαντασία μου. Λένε πως οι τόποι και οι άνθρωποι που αγαπήσαμε, κατά πάσα πιθανότητα, δεν υπήρξαν ποτέ όπως τους θυμόμαστε, αλλά όπως τους πλάθει η φαντασία μας μετά από την παρέλευση των χρόνων.
Χαίρομαι που αξιώθηκα να έχω πολλές αναμνήσεις από τη ζωή που έζησα, από τις πόλεις και τους ανθρώπους που γνώρισα, από ότι έκανα. Λυπάμαι που όσο και αν όλα αυτά με βοηθούν δεν μπορούν να με προστατέψουν από το να φοβάμαι τους φόβους μου.
Όπως και αν είναι, νομίζω ότι και αν ακόμα ξανάρχιζα μάλλον πάλι τα ίδια θα έκανα αλλά μπορεί και όχι. Δεν ξέρω.