Η Αικατερίνη Μπεκιάρογλου Εξαδακτύλου γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από γονείς με καταγωγή από το Γούρδωνος της Καππαδοκίας. Μετά την αποφοίτηση της από την Αστική Σχολή Κοντοσκαλίου, συνέχισε τις σπουδές της στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο.
Ως μαθήτρια εβίωσε τις πρώτες εθνικιστικές επιθέσεις των Τούρκων εναντίον του Ελληνισμού της Πόλης, με αφορμή το Κυπριακό. Ο φόβος για τη ζωή της διέκοψε απότομα την επιθυμία της να συνεχίσει τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Πολύ γρήγορα, αποφάσισε να ξεκινήσει για την Αθήνα, για να συνεχίσει τις σπουδές της.
Μετά τη φοίτηση της για ένα ακαδημαϊκό έτος στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, συνέχισε τις σπουδές της στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου πήρε το πτυχίο της το 1962, ήδη παντρεμένη και έχοντας αποκτήσει ένα παιδί.
Αργότερα διορίστηκε και εργάστηκε ως καθηγήτρια φιλόλογος στο Γυμνάσιο της Ιτέας Φωκίδος και κατόπιν σε σχολεία της Αθήνας. Το 1979-1980 επιλέχθηκε για μετεκπαίδευση στη Σ.Ε.Λ.Μ.Ε.
Το 1989 μετατέθηκε, από το Α΄ Πειραματικό Σχολείο της Αθήνας στην Κεντρική Υπηρεσία των Γενικών Αρχείων του Κράτους (Γ.Α.Κ.), αρχικά ως αρχειονόμος προϊσταμένη τμημάτων και αργότερα ως γενική διευθύντρια της Κεντρικής Υπηρεσίας, όπου εργάστηκε μέχρι τη συνταξιοδότηση της. Κατά την διάρκεια της υπηρεσίας της κατέγραψε και δημοσιεύθηκαν από τα Γ.Α.Κ., περιλήψεις 72 κοινοτικών κωδίκων του μικρασιατικού και 3 του θρακικού ελληνισμού.
Επεδίωξε να αξιοποιήσει τη γνώση της τουρκικής γλώσσας στην ιστορική έρευνα. Με την καθοδήγηση του αείμνηστου πανεπιστημιακού καθηγητή Βασίλη Σφυρόερα, ασχολήθηκε με την ιστορική έρευνα από τουρκικές πηγές, εκπονώντας τη διδακτορική διατριβή με θέμα «Οθωμανικά ναυπηγεία στον παραδοσιακό ελληνικό χώρο», η οποία εκδόθηκε σε βιβλίο από την ΕΤΒΑ το 1994.
Το 2020 εκδόθηκε στη Χίο, με τη φροντίδα του Φιλοπρόοδου Όμιλου Βροντάδου, από τις εκδόσεις Άλφα-Πι, η μελέτη με θέμα «Χιώτες στην Κωνσταντινούπολη».